μπουάτ

μπουάτ
caveau

Ελληνικό-Γαλλικό λεξικό. 2015.

Игры ⚽ Поможем сделать НИР

Regardez d'autres dictionnaires:

  • μπουάτ — η μικρός κλειστός χώρος διασκεδάσεως, κυρίως για μουσική ακρόαση και ψυχαγωγία. [ΕΤΥΜΟΛ. < γαλλ. boite (de nuit) «νυκτερινό κέντρο»] …   Dictionary of Greek

  • Ελλάδα - Μουσική — ΑΡΧΑΙΑ ΛΥΡΙΚΗ ΠΟΙΗΣΗ Είναι γνωστό ότι η καταγωγική περιοχή της αρχαίας ελληνικής ποίησης βρίσκεται στις θρησκευτικές τελετουργίες. Ωστόσο, το κύριο σώμα της λυρικής ποίησης χαρακτηρίζεται από έναν ανεξάρτητο χαρακτήρα την εποχή κατά την οποία… …   Dictionary of Greek

  • Αστεριάδη, Πόπη — (Αθήνα 1948 –). Τραγουδίστρια. Πρωτοεμφανίστηκε στον χώρο της μουσικής το 1965 και αποτέλεσε μία από τις σημαντικότερες εκπροσώπους του λεγόμενου Νέου Κύματος, μαζί με τους Μιχάλη Βιολάρη, Καίτη Χωματά κ.ά. Υπήρξε ιδιαίτερα δημοφιλής τις… …   Dictionary of Greek

  • Κλυν, Χάρυ — (Καλαμαριά 1940 –). Καλλιτεχνικό ψευδώνυμο του ηθοποιού, σκηνοθέτη και συγγραφέα Βασίλη Τριανταφυλλίδη. Ο Κ., ποντιακής καταγωγής, ανακαλύφθηκε από τον Γιώργο Οικονομίδη. Ενστικτώδης, πολυτάλαντος και εύστροφος, ήταν ο πρώτος που προσδιόρισε,… …   Dictionary of Greek

  • Μπέλλου, Σωτηρία — (Δροσιά Εύβοιας 1921 – Αθήνα, 1997). Τραγουδίστρια του ρεμπέτικου και λαϊκού τραγουδιού. Καταγόταν από σχετικά εύπορη οικογένεια που το 1940 μετοίκησε στην Αθήνα. Κατά τη διάρκεια της Κατοχής τραγουδούσε και έπαιζε κιθάρα σε ταβέρνες – συνελήφθη… …   Dictionary of Greek

  • νέο κύμα — I Μουσικό ρεύμα που κυριάρχησε στην σκεπτόμενη ελληνική νεολαία στα μέσα περίπου της δεκαετίας του 1960 και χαρακτηριζόταν από εκφραστική λιτότητα, ευαισθησία και προβληματισμό. Υπήρξε ένα καθαρά ελληνικό φαινόμενο, με αρκετά δάνεια στοιχεία από… …   Dictionary of Greek

Share the article and excerpts

Direct link
Do a right-click on the link above
and select “Copy Link”